Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2007

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΓΙΑ .... ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ




«Το Παραμύθι της Φιλίας"


Μια φορά κι έναν καιρό, σε χρόνια χαλεπά και ερμαφρόδιτα, γεννήθηκε ένα καστανό κοριτσάκι που το λέγανε Φιλία. Κι ήταν φρέσκια και αδοκίμαστη. Ο μπαμπάς και η μαμά του πολύ χάρηκαν που απέκτησαν μια κοπελίτσα με φωτεινά μάτια και λακάκια στα μάγουλα. Το έβγαζαν λοιπόν βόλτα, το πήγαιναν στις εκθέσεις βιβλίου, το τάιζαν σουβλάκια με πίτα από τον «Θανάση» και ο ήλιος ζέσταινε ακόμα και τις πιο παγωμένες μέρες.
Η Φιλία μεγάλωνε κι έβγαζε ρίζες και κλαδάκια, κι είχε όμορφα χέρια με μακριά δάχτυλα και ένα κληρονομικό ταλέντο στην αγάπη και την τρυφερότητα. Κι είχε μεγάλες φιλοδοξίες η Φιλία, ήθελε να γίνει καλλιτέχνης, να βγει στο τσίρκο Medrano, να κάνει τους ανθρώπους να γελούν, να είναι ευτυχισμένοι.
Καθημερινά λοιπόν έκανε προπόνηση, πήγαινε στο γυμναστήριο της «Καλής Χαράς» κι έτρεχε στους διαδρόμους της ελπίδας, σήκωνε τα βάρη της ζωής, ίδρωνε, ξείδρωνε, αλλά κρατούσε την φόρμα της και δεν άφηνε την μιζέρια να συσσωρεύεται στην ψυχή της. Όλοι είχαν να λένε για τα ακροβατικά της γέλια και για τις κωλοτούμπες του χαμόγελου. Και ο αρχικλόουν του τσίρκου την περίμενε να μεγαλώσει πως και πως για να την πάρει μαζί του στις περιοδείες. Η μαμά κι ο μπαμπάς φούσκωναν από περηφάνια και κάθε βράδυ της διάβαζαν ποίηση και της υπόσχονταν ότι οι ηλιόλουστες μέρες θα κράταγαν για πάντα.
Ομως, όπως σε όλα τα αξιοπρεπή παραμύθια, τα καλά πράγματα κρατάνε λίγο. Ο μπαμπάς και η μαμά άρχισαν να τσακώνονται, να φωνάζουν ο ένας στον άλλο, να κρατάνε μούτρα. Και η Φιλία τρόμαζε, άνοιγε τα μεγάλα της μάτια γεμάτα απορία και πήγαινε και κρυβόταν στις σκοτεινές μεριές του σπιτιού. Μαζί της κρύβονταν και τα χαμόγελα της λιακάδας και τα πολύχρωμα χαρτάκια της καλημέρας και τα ασπρόμαυρα φωτογραφικά φιλμάκια. Κι έμενε το σπίτι χωρίς τις αστραπές του φλας.
Ο μπαμπάς και η μαμά είχαν φαίνεται πολύ σοβαρές διαφορές μεταξύ τους και στην ιστορία μπήκε ξαφνικά κι ένα άλλο πρόσωπο φάντασμα που στοίχειωνε το σπίτι και που το έλεγαν ο Φαύλος Κύκλος της λαγνείας. Αυτός ο Φαύλος Κύκλος λοιπόν πολύ την φόβιζε την Φιλία, γιατί πάντα ήταν παρών στους καβγάδες αλλά εκείνη δεν τον είχε δει ποτέ της.
Και σταμάτησε η Φιλία να πηγαίνει στο γυμναστήριο, ξέχασε πως γίνονταν τα εναέρια κόλπα της ξενοιασιάς, λησμόνησε τις φώκιες που πλατσούριζαν στην μπανιέρα της ατάιστες κι εκείνες ψόφησαν, κι όταν μια μέρα πήγε στο τσίρκο να κάνει πρόβα σωριάστηκε φαρδιά πλατιά στην αρένα της διασκέδασης και ο αρχικλόουν την έδιωξε με τις κλωτσιές.






Και ο Φαύλος Κύκλος δεν έφευγε τώρα πια από το σπίτι, είχε θρονιαστεί μπροστά στο στο ψυγείο, είχε κάνει κατάληψη της τηλεφωνικής συσκευής και δεν έλεγε να ξεκολήσει. Πάνε πια οι σοκολάτες της απόλαυσης, πάνε και οι κρεμ καραμελέ της συμφιλίωσης, πάνε και τα απογευματινά παγωτά, πάνε και τα τηλεφωνήματα της καληνύχτας. Πάνε όλα. Και μαράζωνε η Φιλία και θόλωναν τα φωτεινά της μάτια. Κι όλο παρέα με μια άλλη κοπελίτσα με σκοτεινά μάτια και μαύρα μαλλιά, έκανε. Μια κοπελίτσα που αγαπούσε τις σκοτεινές κινηματογραφικές αίθουσες και τα σκονισμένα βιβλία ρομαντικών ποιητών, και που όλο έκλαιγε. Μια κοπελίτσα που την έλεγαν Θλίψη. Μια μέρα λοιπόν ο μπαμπάς και η μαμά πολύ θύμωσαν ο ένας με τον άλλο, και βγήκαν από το συρτάρι όπου βρίσκονταν κρυμένα τα μαχαίρια της χυδαιότητας και τα περίστροφα της σκληρότητας κι άρχισε ο πόλεμος. Κι έγινε το σπίτι πεδίο μάχης. Κι έσπαγαν οι παλιές πορσελάνινες αναμνήσεις και μουτζουρώνονταν τα ήρεμα βράδια της χαλάρωσης και του χαζέματος, και σκιζόταν σε μικρά κομματάκια τα ακριβά υφάσματα της αγάπης και της τρυφερότητας, και σφύριζαν μέσα στο σαλόνι τα πικρά λόγια της προσβολής, και έσκαγαν σαν βαρελότα τα κακά παράπονα. Και γενικά γινόταν ο χαμός. Κι έπρεπε να παρθεί μια απόφαση. Μια απόφαση οριστική και αμετάκλητη. Σ’ αυτό το σπίτι δεν χώραγαν όλοι. Ετσι πήρε η μαμά τον Φαύλο Κύκλο και ο μπαμπάς την Φιλία και τράβηξαν ο καθένας τον δρόμο του. Ομως το κοριτσάκι με τα φωτεινά μάτια ήταν πια πολύ δυστυχισμένο. Ότι κι αν έκανε η θλίψη, η Φιλία δεν χαμογελούσε ποτέ πια, και οι χαρταετοί με τις ζωηρόχρωμες ουρές δεν μπορούσαν πια να σηκωθούν και να πετάξουν. Κι οι βροχερές μέρες έμπαιναν συνέχεια στην καρδιά της και της έκαναν μούσκεμα τα μάτια. Πάει και η καριέρα στο τσίρκο, πάει και ο γύρος του κόσμου και οι ευτυχισμένοι άνθρωποι και τα κόκκινα χορευτικά παπούτσια και οι αριστοτεχνικές φιγούρες πάνω στο τεντωμένο σκοινί. Το μεγάλο, το φοβερό και τρομερό μυστικό όμως, εκείνο που χρωμάτιζε με μαύρο μελάνι τις μέρες της Φιλίας, της το είπε ο αρχικλόουν του τσίρκου μια μέρα που εκείνη πήγε να τον δεί. Της είπε λοιπόν ότι αυτή, η Φιλία, και ο Φαύλος Κύκλος ήταν δίδυμοι πλανήτες, δίδυμα Φεγγάρια που λένε, και είχαν τον ίδιο Ηλιο. Τώρα λοιπόν που ο Φαύλος Κύκλος μετανάστευσε σε άλλο ουρανό, και η Φιλία σε άλλο, ο Ηλιος τους συρρικνώθηκε κι έσβησε, και δεν μπορούν πια να εμφανίζονται οι φωτογραφίες των ευτυχισμένων ανθρώπων στον σκοτεινό θάλαμο και να πηγαίνουν βόλτα στην θάλασσα. Της είπε λοιπόν ο αρχικλόουν ότι έπρεπε να το πάρει απόφαση και να αλλάξει επαγγελματικό προσανατολισμό. Ηταν ένα απόγευμα Παρασκευής. Μιας Παρασκευής του χειμώνα, όταν ανέβηκε λοιπόν η Φιλία στην ταράτσα του ουρανοξύστη της γειτονιάς της, κόλησε στους ώμους ασπρόμαυρες σαίτες που είχε φτιάξει από τις σελίδες των βιβλίων των αγαπημένων της ποιητών, έβαλε τα μαύρα της γυαλιά σε σχήμα πεταλούδας, κάθησε άκρη-άκρη στο κάγκελο και περίμενε τον άνεμο νάρθει και να την πάρει. Και ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή από την άλλη άκρη της ταράτσας. Ηταν ο Φαύλος Κύκλος που εμφανίστηκε από το πουθενά και φώναζε μέχρι που κουράστηκαν τα πνευμόνια του. «Αστο πάνω μου! Αστο πάνω μου! Αστω πάνω μου!». Η Φιλία δεν καταλάβαινε τι ήθελε να πει. Τι να αφήσει επάνω του; Ετσι κι αλλιώς εκείνη δεν είχε κανένα έλεγχο ποτέ. Ολα τα άφηνε πάνω στους άλλους. Κι όταν εκείνοι έφευγαν τα έπαιρναν όλα μαζί τους. Κι ο Ηλιος βασίλευε και η Παρασκευή περνούσε σιγά-σιγά και ο Φαύλος Κύκλος φώναζε από την άλλη άκρη της ταράτσας, αλλά δεν ερχόταν και πιο κοντά της. Κι ύστερα ήρθε ο άνεμος. Φύσηξε ξαφνικά μια ριψοκίνδυνη ριπή αέρα και οι σαίτες από τα αγαπημένα ποιήματα απογειώθηκαν και την πήραν μαζί τους. Τώρα πια μόνον οι ποιητές των αγαπημένων ποιημάτων την βλέπουν καμιά φορά στους πιο τρελούς τους εφιάλτες.

12 σχόλια:

Adomiel είπε...

Μα τι λέξεις-μαχαίρια είναι αυτές; έχουμε θέμα... πότε θα τα πούμε;

Καλημέρα...

Μαρω_Κ είπε...

@adomiel
Κατά πάσα πιθανότητα την άλλη βδομάδα.

kyriayf είπε...

θλιμμένο "παραμύθι",
αφήνει το γλυκόπικρο στίγμα του...
!!!
:)

gitsaki είπε...

ωραίο και θλιμμένο παραμύθι!
Καλημέρα!

stefanos είπε...

Τα παραμύθια μεγαλώνουν μαζί μας.
Γι'αυτό τα αγαπάμε.
Γι'αυτό αγαπάμε και τους καλούς αφηγητές :-)

Έξοχο
ελπίζω να προσγειώθηκε ομαλά η Φιλία (μας)

Καλήν εσπέρα

Μαρω_Κ είπε...

@kyriayf
Καλησπέρα.
Επιτέλους έχω adsl και μπορώ να απαντώ από το σπίτι.
Γλυκόπικρες είναι και οι φιλίες.

@gitsaki
C' est la vie. Που λένε και οι φίλοι μας οι Γάλλοι.

@στέφανος.
Με γειά το νέο avatar.
H φιλία μετά άπό πολλές περιπλανήσεις και χαμηλές πτήσεις, προσγειώθηκε με ασφάλεια.

Ναυαγός είπε...

Οι μεγάλοι ξεχνούν γρήγορα πως νιώθουν τα παιδιά.

Κάποιο παιδί πρέπει να τους διαβάσει το παραμύθι σου, για να θυμηθούν γιατί λέγονται μεγάλοι.

Έτσι έχει και ο κόσμος μια ελπίδα να αλλάξει.

Μαρω_Κ είπε...

@ναυαγός
Αγαπητέ φίλε, ο κόσμος δεν πρόκειται ν' αλλάξει. Ας τον αφήσουμε στην εξαιρετική του πλάνη. Εμείς ν΄αλλάξουμε επιτέλους.
Ωρα μας είναι.

Alogaki είπε...

Ωραίο κείμενο.
Με συγκινεί πάντα!

maro_k said...
"...και στην ιστορία μπήκε ξαφνικά κι ένα άλλο πρόσωπο φάντασμα που στοίχειωνε το σπίτι ..."

Το πρόσωπο-φάντασμα δεν "μπήκε" μόνο του στο σπίτι, το έφερε η μαμά!

maro_k also said...
H φιλία μετά από πολλές περιπλανήσεις και χαμηλές πτήσεις, προσγειώθηκε με ασφάλεια.

Ε, όχι ακριβώς!
Έσπασε ένα πόδι και μερικά πλευρά, αλλά τώρα πια η φιλία είναι καλά.

Μαρω_Κ είπε...

@ αλογακι
Καλωστονε κι ας άργησε.
Εχεις δίκιο. Είχε συντριπτικά κατάγματα η Φιλία, αλλά επιβίωσε.
Ετσι άλλωστε δεν συμβαίνει με τους φίλους;
Οσο για τον Φαύλο Κύκλο, νόμιζα ότι τον είχε εφεύρει ο μπαμπάς.
Μπορεί πάλι να κάνω πάλι και λάθος

mirca είπε...

Υπέροχο παραμύθι..
πηγάζουν μέσα τρομερά πράγματα αν το συνειδητοποιήσεις..

υπέροχο μπλοκάκι..

Bella είπε...

Κανείς δε μπορεί να μεταφέρει τέτοια συναισθήματα αν δεν έχει υποστεί πρώτος το βάρος του τιμήματός που κουβαλάνε...κι έχει πολλές τέτοιες φιλίες η ζωή... τόσες πολλές που τις έκτησαν νοσοκομεία,άσυλα,κέντρα ψυχολόγικής στίρηξης μα πάντα όταν έρχεται το βράδυ τις βλέπεις σε μια σκοτεινή γωνιά της ψυχής τους να γλύφουν τις πληγές τους...